Η ποίηση, είναι ο τρόπος που εφευρίσκεις το Σύμπαν. Το αντικειμενικό, διαμέσου της υποκειμενικής παραβολής. Η μυθολογία της αλήθειας. Η εφεύρεση δια μέσο του ψέματος, της γνήσιας αλήθειας.Όπως προτάσσει και ο Φεντερίκο Φελίνι: «Εγώ δεν γνωρίζω να σας πω τη βιογραφία μου. Αυτή, εάν υπάρχει, αποτελεί μια αέναη κατασκευή από τη στιγμή που γεννήθηκα, μέχρι τη στιγμή που θα πεθάνω». Ένα μυθοπλαστικό πόρισμα, που συμπορεύονταν με τους παράλληλους; βίους του Κωνσταντίνου Καβάφη και του Φερνάντο Πεσσόα. Το ζητούμενο για την Ιστορία, δεν είναι τι έχει ανακαλυφθεί γι’ αυτούς τους σηματοδότες της ποίησης του 20ου αιώνα, αλλά τι έχει μείνει ακόμη ανείπωτο. Συλλαβή τη συλλαβή, επανίδρυσαν στον Ενεστώτα χρόνο τους μύθους της ανθρώπινης σχετικότητας, εισάγοντας το λόγιο πνεύμα στο θαύμα του μοντερνισμού.
Ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης, δύσθυμος παρατηρητής των πεπραγμένων μέσα από τον ακραιφνή σενσουαλισμό του, πέρασε τριάντα χρόνια στο αγγλοκρατούμενο Υπουργείο Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Στο περιθώριο της κοπιαστικής γραφειοκρατίας μαστόρεψε 154 κείμενα, βυθομετρώντας κάθε λέξη, σμιλεύοντάς την ξανά και ξανά, όπως ένας γλύπτης επί το έργο. Από την άκρη της Ιβηρικής χερσονήσου, στην πάλαι ποτέ κραταιά μητρόπολη της αποικιοκρατίας Λισσαβόνα, ο Φερνάντο Πεσσόα ένας κρυπτικός συμβολιστής, έγραφε χείμαρρους λέξεων χωρίς καμία τακτοποίηση. Άνθρωπος φτιαγμένος από χαρτί, ισχνός και μυστηριώδης, μπόλιαζε τη μελάνη με μελαγχολικές ραψωδίες.
Τι κοινό είχαν; Αυτό που φοβάται η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινότητα του μεταμοντερνισμού: την ατόφια μυθοπλασία. Η αλήθεια μασκαρεμένη μπροστά στον παραβολικό καθρέπτη της. Η κατασκευή φανταστικών ηρώων που ανάγονται σε ρεαλιστικούς προσδιορισμούς. Η διανόηση που δεν λογαριάζει κανόνες και αποκαλύπτει τις πολλαπλές πραγματικότητες. Μα, όλα αυτά έχουν κοινό σημείο εκκίνησης την πλατωνική σκέψη. Ίχνη της ελληνιστικής σκέψης.
Σαν ώριμο απόσταγμα της πολιτισμικής κληρονομιάς ή σαν σαρδόνια ειρωνεία της τύχης ένας Έλληνας κινηματογραφιστής, ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος εμπνεύστηκε να εικονογραφήσει τους δυο μεγιστάνες της ποίησης, στον ίδιο φιλμικό χωροχρόνο. Ο κινηματογράφος ας μη ξεχνάμε ότι εφευρέθηκε σαν προϊόν της βιομηχανικής επανάστασης. Ήταν λοιπόν μια κατασκευή, μια συνοδεία εικόνων, όπου κατείχε το χαρακτηριστικό της αναπαράστασης. Στην αφηγηματική του μορφή στόχος του παραμένει η εξόρυξη των βασικών συναισθημάτων όπως φόβος, συγκίνηση, χαρά, έκπληξη, δηλαδή ταύτιση με τους επί της οθόνης υποκρινόμενους χαρακτήρες των ηρώων. Γι’ αυτό μια ακόμη βιογραφική προσέγγιση των συγκεκριμένων ποιητών, θα ήταν καταδικασμένη, λόγω της πολυδιάσπασης των θεατών στις δικές τους προσεγγίσεις, αλλά και στην ίδια την αδυναμία του μέσου να χωρέσει εντός του, τον Καβάφη και τον Πεσσόα, στον Α΄ και Β΄ ανδρικό ρόλο. Ο σκηνοθέτης έτσι θα περιοριζόταν σε μια επιδιαιτησία της πλοκής, παρακολουθώντας απλά τη ροή των πραγμάτων. Σε αντιστροφή όλων αυτών ο Σ. Χαραλαμπόπουλος, παρουσιάζεται σαν το τρίτο ενεργό, πρόσωπο μιας Συμφωνίας που διαχέεται από την Ιστορία, τη μνήμη και τις νότες της ποιητικής γραφής. Τοποθετεί υπαινικτικά τα εξής ερωτήματα: μυθοπλασία ή αντικειμενικότητα; Μυθιστόρημα ή ντοκουμέντο; Ποια τα όρια; Μήπως δεν υπάρχουν και εντέλει οι ρίζες του ενός, παρεισφρέουν στο χωράφι του άλλου; Δυστυχώς η πλειονότητα των σύγχρονων ταινιών μυθοπλασίας, με σκοπό να ξεπεράσουν το δείκτη της μετριότητας, παίρνουν αληθινά γεγονότα και τα εικονογραφούν. Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, το ανατρέπει και αυτό με την κατασκευή ενός ντοκιμαντέρ που επικαλείται ξεκάθαρα, μυθολογικά στοιχεία. Η αλήθεια ως μύθευμα και το ακριβώς αντίθετο.
Ο Φερνάντο Πεσσόα κάνοντας την «Αυτοψυχογραφία» του αναφέρει: «Ο ποιητής είναι ένας ψεύτης. Γνωρίζει πολύ καλά το ρόλο που έχει αναθέσει στον εαυτό του, όπου μπορεί άνετα να υποκριθεί τον πόνο. Και μάλιστα να είναι τόσο καλός σε αυτό, όπου τον νιώθει στ’ αλήθεια». Ο φαταλιστικός υπαρξισμός του Κωνσταντίνου Καβάφη, θα προσυπέγραφε αυθορμήτως αυτές τις σκέψεις.
Άραγε τι τροπή θα έπαιρνε μια φυσική συνάντηση των δυο; Θα αναγνώριζε ο ένας τον άλλο; Θα συνομιλούσαν ευθέως με τις αυθύπαρκτες υποστάσεις τους ή με ετερώνυμα, που και αυτά υπήρξαν ισοϋψής προσωπικότητες; Κάτι κρύβεις, κάτι φανερώνεις, αυτό αποτελεί το αίνιγμα της τέχνης, αλλά και του κινηματογράφου. Για τον μανιώδη ταξινομητή και αρχιτέκτονα 10σύλλαβων ή 17σύλλαβων στίχων Καβάφη, όπου παράλλασσε ελληνιστικούς μύθους, το ετερώνυμο ενδέχεται. Για τον πεισειθανάτιο Πεσσόα, όπου βασανιζόταν από κρίσεις ταυτότητας και την αίσθηση της αποτυχίας, τα ετερώνυμα υπήρξαν αδιαμφισβήτητο γεγονός. Οι μελετητές του έχουν ανασύρει 72 ετερώνυμα από όλη του τη ζωή. Τα πλέον διάσημα, που σημάδεψαν το κύριο σώμα της δουλειάς του ήταν: ο Αλμπέρτο Καέιρο, ο Αλβάρο Ντε Κάμπος και ο Ρικάρντο Ρέις. Ο πρώτος δεν πιστεύει σε τίποτα, παρά μόνο στην ύπαρξη. Βλέπει τον κόσμο με τα γουρλωμένα μάτια ενός μικρού παιδιού. Ο δεύτερος ομολογεί πως ο καλύτερος τρόπος για να ταξιδέψεις, είναι να αισθανθείς. Πιστεύει πως σε κάθε γωνιά της ψυχής του στέκονται άμβωνες διαφορετικών Θεών. Ο δε τρίτος βλέπει τη ζωή από μια απόσταση, χωρίς να την κρίνει διότι πολύ απλά, δεν έχει τίποτε να πει. Το τόξο της νόησης μπορεί να τεντωθεί τόσο, ώστε να διαμορφώσει τα φανταστικά σχήματα, να έχουν αληθινή υπόσταση. Ακριβώς όπως οι υπολογισμοί της γεωμετρίας.
Στην ταινία το τρίγωνο Καβάφης-Πεσσόα-Χαραλαμπόπουλος, παρουσιάζεται σκαληνό που έχει δυο εφαπτόμενες: το υπερωκεάνιο, «Σατούρνια» δηλαδή «Δίας» και τον Βασίλη Καπόπουλο από την Αρκαδία. Οι δυο δημιουργοί, εμπνέονται συχνά, πυκνά από τους ατέρμονους κύκλους του θαλάσσιου ορίζοντα που τους περιβάλλει. Η αυγή του 20ου αιώνα προσφέρεται για ανακαλύψεις ρηξικέλευθων θεωριών, ριζοσπαστικών ιδεών και όσον αφορά τις μετακινήσεις, νέους κόσμους. Αυτός ο Νέος Κόσμος, που έρχεται από τη Δύση και σαγηνεύει με την παρθένα του γεωγραφία, εξάπτει και τους δυο πρωταγωνιστές του πνεύματος.Αν θα συναντιόντουσαν ποτέ, θα ήταν στην κουπαστή ενός καραβιού που θα τους μετέφερε στην Αμερική. Έγινε αυτό το ταξίδι ποτέ; Η απάντηση βρίσκεται στο ότι η μετακίνηση δεν χρειάζεται φυσικό ή τηλεπαθητικό τρόπο. Βγαίνει αυθόρμητα μέσα από την αναζήτηση και τις ματαιώσεις αυτής. Από την άλλη μεριά ο Βασίλης Καπόπουλος, γραικός και γνήσιο τέκνο της λαϊκής τάξης θα μπορούσε να παραστεί ως ο ουδέτερος παρατηρητής και διαμεσολαβητής αν χρειαστεί, ενός τεράστιας σημασίας, ιστορικού γεγονότος. Το πρόσωπο, ο θεατής και το σκαρί ταυτόχρονα που θα συναξάριζε στο ίδιο τραπέζι, για ένα χρονικό διάστημα, τον Κωνσταντίνο Καβάφη και τον Φερνάντο Πεσσόα.Παράξενο πράγμα οι επιθυμία του μυαλού. Οι διάδρομοι της σκέψης. Ανεξιχνίαστα φαινόμενα και όμως τραγικά απτά. Η εξαιρετική ταινία του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, μας οδηγεί στους μυστικούς κήπους ενός παιχνιδιού, που παίζεται με φανερά χαρτιά: αυτό της ποίησης. Οι λέξεις είναι οι πρωταγωνιστές, η μυθοπλαστική σκιαγράφηση. Από πίσω τους, η αλήθεια των προσώπων και των προσωπείων τους. Ο νατουραλισμός της φαντασίας. Δυο μυθογράφοι που έπλασαν με τη σκέψη τους ξανά την Ιστορία. Η de facto αλήθεια του κατασκευαστικού ψέματος. Η προσποίηση της αληθινής τέχνης. Μια ταινία που η πλοκή της είναι το άχθος της ποίησης.
Ο Αλεξανδρινός Κωνσταντίνος Καβάφης, δύσθυμος παρατηρητής των πεπραγμένων μέσα από τον ακραιφνή σενσουαλισμό του, πέρασε τριάντα χρόνια στο αγγλοκρατούμενο Υπουργείο Δημοσίων Έργων της Αιγύπτου. Στο περιθώριο της κοπιαστικής γραφειοκρατίας μαστόρεψε 154 κείμενα, βυθομετρώντας κάθε λέξη, σμιλεύοντάς την ξανά και ξανά, όπως ένας γλύπτης επί το έργο. Από την άκρη της Ιβηρικής χερσονήσου, στην πάλαι ποτέ κραταιά μητρόπολη της αποικιοκρατίας Λισσαβόνα, ο Φερνάντο Πεσσόα ένας κρυπτικός συμβολιστής, έγραφε χείμαρρους λέξεων χωρίς καμία τακτοποίηση. Άνθρωπος φτιαγμένος από χαρτί, ισχνός και μυστηριώδης, μπόλιαζε τη μελάνη με μελαγχολικές ραψωδίες.
Τι κοινό είχαν; Αυτό που φοβάται η σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινότητα του μεταμοντερνισμού: την ατόφια μυθοπλασία. Η αλήθεια μασκαρεμένη μπροστά στον παραβολικό καθρέπτη της. Η κατασκευή φανταστικών ηρώων που ανάγονται σε ρεαλιστικούς προσδιορισμούς. Η διανόηση που δεν λογαριάζει κανόνες και αποκαλύπτει τις πολλαπλές πραγματικότητες. Μα, όλα αυτά έχουν κοινό σημείο εκκίνησης την πλατωνική σκέψη. Ίχνη της ελληνιστικής σκέψης.
Σαν ώριμο απόσταγμα της πολιτισμικής κληρονομιάς ή σαν σαρδόνια ειρωνεία της τύχης ένας Έλληνας κινηματογραφιστής, ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος εμπνεύστηκε να εικονογραφήσει τους δυο μεγιστάνες της ποίησης, στον ίδιο φιλμικό χωροχρόνο. Ο κινηματογράφος ας μη ξεχνάμε ότι εφευρέθηκε σαν προϊόν της βιομηχανικής επανάστασης. Ήταν λοιπόν μια κατασκευή, μια συνοδεία εικόνων, όπου κατείχε το χαρακτηριστικό της αναπαράστασης. Στην αφηγηματική του μορφή στόχος του παραμένει η εξόρυξη των βασικών συναισθημάτων όπως φόβος, συγκίνηση, χαρά, έκπληξη, δηλαδή ταύτιση με τους επί της οθόνης υποκρινόμενους χαρακτήρες των ηρώων. Γι’ αυτό μια ακόμη βιογραφική προσέγγιση των συγκεκριμένων ποιητών, θα ήταν καταδικασμένη, λόγω της πολυδιάσπασης των θεατών στις δικές τους προσεγγίσεις, αλλά και στην ίδια την αδυναμία του μέσου να χωρέσει εντός του, τον Καβάφη και τον Πεσσόα, στον Α΄ και Β΄ ανδρικό ρόλο. Ο σκηνοθέτης έτσι θα περιοριζόταν σε μια επιδιαιτησία της πλοκής, παρακολουθώντας απλά τη ροή των πραγμάτων. Σε αντιστροφή όλων αυτών ο Σ. Χαραλαμπόπουλος, παρουσιάζεται σαν το τρίτο ενεργό, πρόσωπο μιας Συμφωνίας που διαχέεται από την Ιστορία, τη μνήμη και τις νότες της ποιητικής γραφής. Τοποθετεί υπαινικτικά τα εξής ερωτήματα: μυθοπλασία ή αντικειμενικότητα; Μυθιστόρημα ή ντοκουμέντο; Ποια τα όρια; Μήπως δεν υπάρχουν και εντέλει οι ρίζες του ενός, παρεισφρέουν στο χωράφι του άλλου; Δυστυχώς η πλειονότητα των σύγχρονων ταινιών μυθοπλασίας, με σκοπό να ξεπεράσουν το δείκτη της μετριότητας, παίρνουν αληθινά γεγονότα και τα εικονογραφούν. Ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, το ανατρέπει και αυτό με την κατασκευή ενός ντοκιμαντέρ που επικαλείται ξεκάθαρα, μυθολογικά στοιχεία. Η αλήθεια ως μύθευμα και το ακριβώς αντίθετο.
Ο Φερνάντο Πεσσόα κάνοντας την «Αυτοψυχογραφία» του αναφέρει: «Ο ποιητής είναι ένας ψεύτης. Γνωρίζει πολύ καλά το ρόλο που έχει αναθέσει στον εαυτό του, όπου μπορεί άνετα να υποκριθεί τον πόνο. Και μάλιστα να είναι τόσο καλός σε αυτό, όπου τον νιώθει στ’ αλήθεια». Ο φαταλιστικός υπαρξισμός του Κωνσταντίνου Καβάφη, θα προσυπέγραφε αυθορμήτως αυτές τις σκέψεις.
Άραγε τι τροπή θα έπαιρνε μια φυσική συνάντηση των δυο; Θα αναγνώριζε ο ένας τον άλλο; Θα συνομιλούσαν ευθέως με τις αυθύπαρκτες υποστάσεις τους ή με ετερώνυμα, που και αυτά υπήρξαν ισοϋψής προσωπικότητες; Κάτι κρύβεις, κάτι φανερώνεις, αυτό αποτελεί το αίνιγμα της τέχνης, αλλά και του κινηματογράφου. Για τον μανιώδη ταξινομητή και αρχιτέκτονα 10σύλλαβων ή 17σύλλαβων στίχων Καβάφη, όπου παράλλασσε ελληνιστικούς μύθους, το ετερώνυμο ενδέχεται. Για τον πεισειθανάτιο Πεσσόα, όπου βασανιζόταν από κρίσεις ταυτότητας και την αίσθηση της αποτυχίας, τα ετερώνυμα υπήρξαν αδιαμφισβήτητο γεγονός. Οι μελετητές του έχουν ανασύρει 72 ετερώνυμα από όλη του τη ζωή. Τα πλέον διάσημα, που σημάδεψαν το κύριο σώμα της δουλειάς του ήταν: ο Αλμπέρτο Καέιρο, ο Αλβάρο Ντε Κάμπος και ο Ρικάρντο Ρέις. Ο πρώτος δεν πιστεύει σε τίποτα, παρά μόνο στην ύπαρξη. Βλέπει τον κόσμο με τα γουρλωμένα μάτια ενός μικρού παιδιού. Ο δεύτερος ομολογεί πως ο καλύτερος τρόπος για να ταξιδέψεις, είναι να αισθανθείς. Πιστεύει πως σε κάθε γωνιά της ψυχής του στέκονται άμβωνες διαφορετικών Θεών. Ο δε τρίτος βλέπει τη ζωή από μια απόσταση, χωρίς να την κρίνει διότι πολύ απλά, δεν έχει τίποτε να πει. Το τόξο της νόησης μπορεί να τεντωθεί τόσο, ώστε να διαμορφώσει τα φανταστικά σχήματα, να έχουν αληθινή υπόσταση. Ακριβώς όπως οι υπολογισμοί της γεωμετρίας.
Στην ταινία το τρίγωνο Καβάφης-Πεσσόα-Χαραλαμπόπουλος, παρουσιάζεται σκαληνό που έχει δυο εφαπτόμενες: το υπερωκεάνιο, «Σατούρνια» δηλαδή «Δίας» και τον Βασίλη Καπόπουλο από την Αρκαδία. Οι δυο δημιουργοί, εμπνέονται συχνά, πυκνά από τους ατέρμονους κύκλους του θαλάσσιου ορίζοντα που τους περιβάλλει. Η αυγή του 20ου αιώνα προσφέρεται για ανακαλύψεις ρηξικέλευθων θεωριών, ριζοσπαστικών ιδεών και όσον αφορά τις μετακινήσεις, νέους κόσμους. Αυτός ο Νέος Κόσμος, που έρχεται από τη Δύση και σαγηνεύει με την παρθένα του γεωγραφία, εξάπτει και τους δυο πρωταγωνιστές του πνεύματος.Αν θα συναντιόντουσαν ποτέ, θα ήταν στην κουπαστή ενός καραβιού που θα τους μετέφερε στην Αμερική. Έγινε αυτό το ταξίδι ποτέ; Η απάντηση βρίσκεται στο ότι η μετακίνηση δεν χρειάζεται φυσικό ή τηλεπαθητικό τρόπο. Βγαίνει αυθόρμητα μέσα από την αναζήτηση και τις ματαιώσεις αυτής. Από την άλλη μεριά ο Βασίλης Καπόπουλος, γραικός και γνήσιο τέκνο της λαϊκής τάξης θα μπορούσε να παραστεί ως ο ουδέτερος παρατηρητής και διαμεσολαβητής αν χρειαστεί, ενός τεράστιας σημασίας, ιστορικού γεγονότος. Το πρόσωπο, ο θεατής και το σκαρί ταυτόχρονα που θα συναξάριζε στο ίδιο τραπέζι, για ένα χρονικό διάστημα, τον Κωνσταντίνο Καβάφη και τον Φερνάντο Πεσσόα.Παράξενο πράγμα οι επιθυμία του μυαλού. Οι διάδρομοι της σκέψης. Ανεξιχνίαστα φαινόμενα και όμως τραγικά απτά. Η εξαιρετική ταινία του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, μας οδηγεί στους μυστικούς κήπους ενός παιχνιδιού, που παίζεται με φανερά χαρτιά: αυτό της ποίησης. Οι λέξεις είναι οι πρωταγωνιστές, η μυθοπλαστική σκιαγράφηση. Από πίσω τους, η αλήθεια των προσώπων και των προσωπείων τους. Ο νατουραλισμός της φαντασίας. Δυο μυθογράφοι που έπλασαν με τη σκέψη τους ξανά την Ιστορία. Η de facto αλήθεια του κατασκευαστικού ψέματος. Η προσποίηση της αληθινής τέχνης. Μια ταινία που η πλοκή της είναι το άχθος της ποίησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου