...Αυτή την «Ιερά Σύνοψη», του εκδοτικού οίκου «Αστήρ» (1972), την έχω στο γραφείο μου και μερικές φορές τη συμβουλεύομαι. Κι όταν έρχονται «επίσημες ημέρες», όπως του Ευαγγελισμού, ακολουθώ «τα αρχαία τα μονοπάτια»: πηγαίνω στη γειτονιά του Αγίου Ελισσαίου, όπου έψελνε ένας άλλος άγιος, ο Παπαδιαμάντης.
Και με τη «Σύνοψη» στα χέρια, νομίζω πως βλέπω τον μεγάλο Σκιαθίτη «μεταρσιωμένο εν τη εκπληρώσει των ιερών του καθηκόντων. Αίγλη απολύτου ευτυχίας φωτίζει την δασύτριχη μορφήν με την σγουράν μαύρην γενειάδα και την ομόχρωμον πλουσίαν κόμην» (Γερ. Βώκου «Αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαίον»).
Ο Παπαδιαμάντης ψέλνει πάνω από το ιεροψαλτικό αναλόγιο, απόψε, σε ήχο τέταρτο, το Απολυτίκιο «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια, μετά χαρμοσύνης προεορτάσωμεν. Ιδού γαρ Γαβριήλ παραγίνεται, τη Παρθένω κομίζων τα ευαγγέλια, άμα και φόβω και θαύματι. Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου». Και συνεχίζει με το Κοντάκιο «Επεφάνης σήμερον», πάλι σε ήχο τέταρτο: «Επελεύσει Πνεύματος του Παναγίου, του Πατρός τον σύνθρονον και ομοούσιον φωνή του αρχαγγέλου συνέλαβες, Θεοκυήτωρ...».
Τέτοιες ώρες σκέφτομαι τον Ιωσήφ, στη Ναζαρέτ. Και στο σπίτι, ανοίγω τα κιτάπια μου. Την ποιητική συλλογή «Ο άνθρωπος μόνος» (Κέδρος) του Γιάννη Βαρβέρη. Και διαβάζω το παρακάτω ποίημα που έχει τον τίτλο «Ιωσήφ»: «Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή·/ γιατί/ θα ΄ταν για μένα μια ήσυχη, άσημη ζωή/ αν έχτιζα σαν ξυλουργός/ μιαν οικογένεια του καιρού μου/ κάποτε να χαρούν οι κόποι μου/ παιδιά κι εγγόνια/ κι αυτά με τη σειρά τους/ την τίμια λήθη του θανάτου μου/ Όμως αλίμονο/ μνήμη κομπάρσου στο θείο θαύμα/ κοντά σε μια γυναίκα / που ποτέ της δεν/ ερήμην μου κι ερήμην της κατέληξα/ θύμα θολό, μάρτυς αμήχανος/ ανάμεσα στην ύψιστη τιμή/ και στη βαρύτερη ανδρική ταπείνωση».
Και με τη «Σύνοψη» στα χέρια, νομίζω πως βλέπω τον μεγάλο Σκιαθίτη «μεταρσιωμένο εν τη εκπληρώσει των ιερών του καθηκόντων. Αίγλη απολύτου ευτυχίας φωτίζει την δασύτριχη μορφήν με την σγουράν μαύρην γενειάδα και την ομόχρωμον πλουσίαν κόμην» (Γερ. Βώκου «Αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαίον»).
Ο Παπαδιαμάντης ψέλνει πάνω από το ιεροψαλτικό αναλόγιο, απόψε, σε ήχο τέταρτο, το Απολυτίκιο «Σήμερον της παγκοσμίου χαράς τα προοίμια, μετά χαρμοσύνης προεορτάσωμεν. Ιδού γαρ Γαβριήλ παραγίνεται, τη Παρθένω κομίζων τα ευαγγέλια, άμα και φόβω και θαύματι. Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου». Και συνεχίζει με το Κοντάκιο «Επεφάνης σήμερον», πάλι σε ήχο τέταρτο: «Επελεύσει Πνεύματος του Παναγίου, του Πατρός τον σύνθρονον και ομοούσιον φωνή του αρχαγγέλου συνέλαβες, Θεοκυήτωρ...».
Τέτοιες ώρες σκέφτομαι τον Ιωσήφ, στη Ναζαρέτ. Και στο σπίτι, ανοίγω τα κιτάπια μου. Την ποιητική συλλογή «Ο άνθρωπος μόνος» (Κέδρος) του Γιάννη Βαρβέρη. Και διαβάζω το παρακάτω ποίημα που έχει τον τίτλο «Ιωσήφ»: «Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή·/ γιατί/ θα ΄ταν για μένα μια ήσυχη, άσημη ζωή/ αν έχτιζα σαν ξυλουργός/ μιαν οικογένεια του καιρού μου/ κάποτε να χαρούν οι κόποι μου/ παιδιά κι εγγόνια/ κι αυτά με τη σειρά τους/ την τίμια λήθη του θανάτου μου/ Όμως αλίμονο/ μνήμη κομπάρσου στο θείο θαύμα/ κοντά σε μια γυναίκα / που ποτέ της δεν/ ερήμην μου κι ερήμην της κατέληξα/ θύμα θολό, μάρτυς αμήχανος/ ανάμεσα στην ύψιστη τιμή/ και στη βαρύτερη ανδρική ταπείνωση».
Από τις «Ματιές» του Λευτέρη Παπαδόπουλου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου