Γράφει ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος:
Ξανά μαζί. Δεν είναι αυτονόητο. Υπνωτισμένος στον ρυθμό της ζωής, ξεχνά κανείς ότι βαδίζει πάνω σε γη γεμάτη κόκαλα. Θεωρεί ότι το κανονικό είναι να εναλλάσσονται αενάως οι εποχές κι αυτός να βρίσκεται παρών σε κάθε στροφή της μοίρας (της μετεωρολογίας έστω): όμως μια ηλιόλουστη συνηθισμένη μέρα κάτι αιφνίδιο συσπάται στο χέρι του, πηγαίνει στον γιατρό και έχει ολικό καρκίνο. Ένα βράδυ κάθεται να δειπνήσει με τον σύντροφο που δειπνά μαζί του δεκαετίες και σε ένα λεπτό όλα έχουν αλλάξει -η γαλήνη της ζωής του χάνεται οριστικά... Αλλά εγώ είμαι πάλι εδώ. Γράφω ακόμα. Αυτό το αιφνίδιο λεπτό δεν μου συνέβη. Άρα, αυτό που μας συμβαίνει είναι σχεδόν γιορτή.
Ήταν ωραίο πάλι στο νησί. Πιο θορυβώδες μόνο. Τώρα υπάρχουν κι άνθρωποι που αναζητούν εδώ πράγματα διαφορετικά από αυτά που ψάχνω. Όμως τίποτα δεν ανήκει σε κανέναν. Εξάλλου έχουν περάσει πλάκα πλάκα 25 χρόνια από την πρώτη φορά που έφτασα εδώ ένα χάραμα πολύ ανεμώδες κι ανέβηκα με το μουλάρι στην ολοσκότεινη χώρα. Μόνο άστρα και αέρας. Ήμασταν οι δύο μοναδικοί επισκέπτες στο νησί. Μείναμε 40 μέρες στα μοναδικά δωμάτια, με μια Γερμανίδα ιστορικό 80άρα που διάβαζε Όμηρο απ' το πρωτότυπο (έλεγε όμως τις «κοίτες» των ποταμών, «κρεβάτια»!) και τρώγαμε ντόπια φάβα κάθε μέρα στο σπίτι του προέδρου. Δεν υπήρχαν δρόμοι, δεν υπήρχαν μπαρ. Σπανίως όμως ξαναγεύτηκα τέτοια πληρότητα στη ζωή μου.
Πλήττω λιγάκι που ό,τι αλλάζει, ομογενοποιείται, τουλάχιστον στα μάτια μου -τα νησιά, οι επαρχίες, οι ηλικίες, οι τάξεις. Διακρίνω γενικώς έναν πρωτοφανή ιστορικό τρανσβεστισμό, που ενδέχεται να οφείλεται στο γεγονός ότι όλα τα ερμηνεύω μέσω της φτωχής μου, πεπερασμένης εμπειρίας. Σχεδόν δεν ξεχωρίζω τους πλούσιους από τους φτωχούς, τους νέους από τους γέρους, τους straight από τους gay. Αναρωτιέμαι: υπάρχει όντως μια διάχυση στην εικόνα (από ταξικό φθόνο, σύνδρομο Ντόριαν Γκρέι, και κόμπλεξ επαρχιωτισμού) ή απλώς σκληραίνουν οι δικές μου αρτηρίες; Ό,τι και να συμβαίνει, έχω αποφασίσει να μη «δώσω» τον εαυτό μου: ούτε μαλλιά να τρέχω να φυτεύω ούτε να αγοράζω πράγματα που δεν φτάνει το χέρι μου ούτε να δοξολογήσω την ακατοίκητη 17άρα που προσποιείται ότι είναι η Πάρις Χίλτον, προκειμένου να φανώ open minded. Είμαι 48 χρόνων και θέλω να το δείχνω. Κι είμαι ειλικρινά ευγνώμων που ακόμα υπάρχω. Με τη φαλάκρα μου. Με τα μικρά μου χέρια που αρχίζουν και ζαρώνουν. Με τη μυωπία μου. Με τα μάτια μου -ίσως το μόνο αναλλοίωτο πράγμα πάνω μου. Σας βρίσκω λοιπόν πάλι. Καλώς σας βρίσκω. Ας γράψουμε κι ας διαβάσουμε σα να 'ναι η τελευταία φορά...
(09/09/2006)
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου