16 Αυγ 2009

Η Στέλλα Βλαχογιάννη για τη Βίκυ Μοσχολιού

Για μια νεκρή ινφάντα

Ποτέ δεν ξέχασε την καταγωγή της. Και αυτό ίσως να ήταν το καθοριστικό συμβάν που την προστάτεψε από το να χάσει την αυθεντικότητά της σε χρόνο μηδέν, μιας και η επιτυχία ήρθε πολύ γρήγορα. Τραγούδησε ποιητές αλλά ποτέ δεν πούλησε προφίλ διανοούμενης. Ερμήνευσε μεγάλους συνθέτες αλλά ουδέποτε τους χρησιμοποίησε ως ιδεολόγημα για να "νομιμοποιήσει" τις θεμιτές παρεκτροπές της σε μια δισκογραφία και σε μια νύχτα που δεν άφησε κανέναν ατσαλάκωτο.
Ήταν όπως έλεγε και η ίδια από μικρή "ξενυχτού". Ο φυσικός της χώρος ήταν τα μπουζούκια την εποχή που στο πάλκο ήταν ο Γιώργος Ζαμπέτας και στο δίπλα μικρόφωνο ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Θήτευσε βεβαίως και στα μετέπειτα "μπουζούκια" της παραλίας με τη μαϊμού διασκέδαση των ανερχόμενων μικροαστών και των έτοιμων (από καιρό;) ισχυρών του χρήματος. Και μια ωραία νύχτα τα βρόντηξε και πήγε στην Πλάκα για να της ξαναδώσει την παλιά της αίγλη ως συνοικίας των θεών προσφέροντας εκείνη πρώτη μια δεύτερη ευκαιρία πολιτισμού στη ζωντανή παρουσίαση του ελληνικού τραγουδιού με τις μπουάτ να ξανανοίγουν την κατεβασμένη χρόνια αυλαία τους. Έκατσε κάποια χρόνια, έφτιαξε την "πιάτσα" και μετά ξαναβγήκε στην παραλία. Τι σημασία έχει; Ήξερε καλά πού πατούσε κάθε φορά και ποιο ρεπερτόριο μπορούσε να την κρατήσει ζωντανή μιας και η νυκτερινή διασκέδαση είχε αρχίσει να παίρνει την άγρια κατηφόρα της επηρεάζοντας πλέον άμεσα τη δισκογραφία.
Το ρεπερτόριό της σχεδόν πάντα μινόρε αλλά ουδέποτε μελό. Μίλησε με υπερηφάνεια για τα βάσανα, τη φτώχεια, την ανάγκη των ανθρώπων της εποχής της (δεκαετία 1960 και μετά), τραγούδησε τον έρωτα ως πράξη γενναιότητας και όχι ως κλαψούρισμα συνοικιακού εραστή, υπερασπίστηκε ερμηνευτικά ποιητές και σπουδαίους στιχουργούς και τους διαπίστευσε στην αιωνιότητα με μόνο μέσο το αθάνατο νερό της φωνής της.
Ο τρόπος που τραγούδησε είναι πιστεύω η τρίτη μεγάλη του γένους σχολή -πλάι σ' εκείνες του Γρηγόρη Μπιθικώτση και του Στέλιου Καζαντζίδη. Το φρασάρισμά της, τα πεντακάθαρά της σύμφωνα και τα ελαφρώς τραβηγμένα φωνήεντά της, αν υπήρχε μια ακαδημία τραγουδιού στην Ελλάδα θα ήταν το σημαντικότερο μάθημα. Όσο για την ερμηνεία της… Ποίησε πάθος. Δεν το προσποιήθηκε ποτέ.
Με τη δωρική της εκφορά του λόγου και το αγέρωχο στήσιμο του σώματος ήταν σαν τραγουδούσε μία από τις Καρυάτιδες του Παρθενώνα.
Επανέρχομαι στην καταγωγή της. Η Βίκυ Μοσχολιού παρέμεινε μια λαϊκή γυναίκα με την έννοια της καθαρότητας στο φέρεσθαι και της γενναιότητας στο ζειν. Τελευταία φορά συζήτησα μαζί της σε μια συνέντευξη το 1996. Ήταν έξαλλη που για πολλοστή φορά είχε ζητήσει από το υπουργείο Πολιτισμού τον Λυκαβηττό για μια συναυλία και της είχαν αρνηθεί. Και εδώ ακριβώς είναι το μεγάλο θέμα, και σήμερα, εννέα χρόνια μετά και με τη Βίκυ Μοσχολιού σωματικώς απούσα.
Αυτή η γυναίκα που και μόνη της θα μπορούσε να είναι το θηλυκό πρόσωπο του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού δεν τιμήθηκε ποτέ με τίποτα και από κανέναν για την προσφορά της. Ψέματα λέω. Τιμήθηκε τώρα τα τελευταία χρόνια από κάποιο φιλανθρωπικό σύλλογο. Ως καρκινοπαθής! Θα μου πείτε μ' ένα υπουργείο Πολιτισμού που έχει μετατραπεί σε γραφείο τελετών μιας και το μόνο που απλόχερα κάνει είναι οι δημοσία δαπάνη κηδείες- κι αυτό είναι ένα θέμα που θα το συζητήσουμε σύντομα- τι περιμένεις;
Όπως και να 'χει. Η Βίκυ Μοσχολιού έτυχε της μεγίστης τιμής που υπάρχει επί της γης τουλάχιστον -διότι η ίδια πίστευε και στα εν ουρανοίς: να γίνει η φωνή ενός ολόκληρου λαού για 40 χρόνια και να εκμαιεύει ακόμα και με τη σορό της την προσφώνηση: κυρία.
Μαζί με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση ανήκε στην κατηγορία των τραγουδιστών …εξ ενστίκτου. Άνθρωποι και οι δυο τους από οικογένειες χαμηλών εισοδημάτων, χωρίς παιδεία και καλλιέργεια, κλήθηκαν να εκφέρουν λόγο υψηλής αισθητικής αξίας, τον οποίο -το έχουν παραδεχτεί και οι δυο- συχνά δεν καταλάβαιναν. Και όμως. Τα χείλη τους περιείχαν το θαύμα. Γι' αυτό και
πιστεύω πως με την απώλεια της Βίκυς Μοσχολιού γράφτηκε για τους Έλληνες τραγουδιστές και επίσημα το τέλος (μιας μεγάλης) εποχής.

Σεπτέμβριος 2005
(
svlachogianni@Hridanos.gr)

Δεν υπάρχουν σχόλια: