31 Μαΐ 2009

Γιάννης Παλαμίδας

Πιτσιρικάς ακόμα, αγόρασε «πιο πολύ από περιέργεια» το «Aladdin Sane» του Ντέιβιντ Μπόουι. Αυτό ήταν! Σ' αυτήν τη μουσική ατμόσφαιρα μένει πιστός μέχρι σήμερα. Από την πρώτη του εμφάνιση με ένα συγκρότημα «συμφωνικού ροκ», τους Apocalypsis, έχουν περάσει τριάντα χρόνια. Κι από το εμβληματικό «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος, είκοσι οκτώ. Όλο αυτό το διάστημα, ο Γιάννης Παλαμίδας παραμένει πεισματικά εκτός συστήματος αλλά εντός μουσικής, μ' ένα πάθος σχεδόν εφηβικό και μια φωνή ανέγγιχτη, λες, από το χρόνο.

Μετράω 30 χρόνια παρουσίας σου στο χώρο της μουσικής, αλλά με πολλές παύσεις. Γιατί;
Λένε πως στα μουσικά έργα οι παύσεις είναι εκείνες που έχουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. (Γελάει) Η αλήθεια είναι, βέβαια, ότι οι εταιρειάρχες δεν ήταν και πολύ ενθουσιασμένοι μαζί μου. Με θεωρούσαν μυστήριο τρένο. Και ήμουν, για να κάνω κι εγώ την αυτοκριτική μου. Τίποτα δεν μου άρεσε από όσα άκουγα. Αλλά ήταν αναμενόμενο. Μετά το «Σαμποτάζ», τι να πεις που να μην σου αφήνει ένα κενό;


Kι όσο «εξαφανιζόσουν» τι έκανες;
Μουσική! Κλεινόμουν στο σπίτι μου με τα συνθεσάιζερ, έπαιζα και έγραφα. Έμαθα και μπουζούκι! Ο πατέρας μου, ξέρεις, το είχε καημό. Όταν ήμουν μαθητής του Δημοτικού, με έστελνε σε έναν ξάδελφό του μπουζουξή που έπαιζε σε μαγαζιά, για να μου δείξει. Εγώ δεν ήθελα. Μέχρι και στο δρόμο ντρεπόμουν να κυκλοφορώ με το μπουζούκι στα χέρια. Σ' έναν μεγάλο καβγά το έσπασα κι έφαγα, φυσικά, το ξύλο της... χρονιάς μου. Μεγαλώνοντας, συνειδητοποίησα πως δεν πρέπει να έχω παρωπίδες κι αποφάσισα να το αποκωδικοποιήσω.

Πώς βιοποριζόσουν όλα αυτά τα χρόνια;
Αυτό είναι μια πονεμένη ιστορία. Πέρασα μεγάλες πείνες. Δεν είμαι κι από πλούσιο τζάκι· ο πατέρας μου ήταν οδηγός στα λεωφορεία και η μητέρα μου υφάντρια σε εργοστάσιο. Αν δεν με στήριζαν εκείνοι, δεν ξέρω τι θα είχα απογίνει. Για πολλά χρόνια έμενα σε ένα καμαράκι στην ταράτσα του πατρικού μου σπιτιού και περνούσα με 200 δραχμές τη μέρα -ένα πακέτο τσιγάρα, δηλαδή, κι αυτό ήταν όλο. Μόλις το 1996, όταν άρχισα να δουλεύω ως εκφωνητής διαφημίσεων, μπορούσα να έχω πλέον κάποια χρήματα.

Δεν σου ζητούσαν να τραγουδήσεις σε live;
Έκανα μερικά τέτοια «τσαλαβουτήματα». Πέρασα από κάποια προγράμματα δήθεν «έντεχνα λαϊκά» -έτσι διαφημίζονταν- στην πραγματικότητα όμως ήταν καραμπινάτα σκυλάδικα. 'Eφευγα τρέχοντας. Ήταν μεγάλο σχολείο, όμως, αυτές οι εμπειρίες. Αλλά ακόμα και σε προγράμματα επιπέδου, δεν αισθανόμουν στα νερά μου. Στις συναυλίες της Ελευθερίας Αρβανιτάκη, για παράδειγμα, με την οποία συνεργάστηκα το καλοκαίρι του 1994, τραγουδούσα τις «Αμφιβολίες» του Λευτέρη Μυτιληναίου. Με φαντάζεσαι;

Να γυρίσουμε πίσω, στην αρχή της διαδρομής;
Πρώτη φορά στη σκηνή βγήκα με ένα συγκροτηματάκι που είχαμε φτιάξει μια παρέα από το Γυμνάσιο, στο Νέο Ηράκλειο. Ελεγα το «Summertime». Σκηνοθετούσαμε τα τραγούδια μας κι αυτό το είχαμε κάνει ψυχεδελικό. Εβγαινα μέσα από ένα φέρετρο! (Γέλια) Μια Κυριακή πρωί που παίζαμε στον κινηματογράφο «Τρία Αστέρια», με άκουσε ο Βασίλης Δερτιλής και μου ζήτησε να μπω στο δικό του γκρουπ, τους Apocalypsis. Έτσι άρχισαν όλα. Το 1979.

Οι εμφανίσεις των Apocalypsis ήταν μάλλον ρηξικέλευθες για την εποχή...
Πράγματι, και μου κάνει εντύπωση πώς το κοινό μάς αποδεχόταν. Έβγαινα άλλοτε με τηλεόραση στο κεφάλι, άλλοτε με μπρούντζινη μάσκα, άλλοτε ντυμένος νύφη κι όλοι οι μουσικοί γαμπροί. Και δεν μας έκραξαν ποτέ. Ούτε στην Αθήνα ούτε στην επαρχία. Μυστήριο πράγμα...

Οι γονείς σου πώς τα είδαν όλα αυτά;
Η μητέρα μου γούσταρε! Της άρεσε να τραγουδάει η ίδια και το είχε απωθημένο που δεν είχε ασχοληθεί. Μου έραβε τα κοστούμια. Ο πατέρας μου δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία.

Κι έπειτα, ήρθε το «Σαμποτάζ»...
Στην τελευταία συναυλία με τους Apocalypsis, στο θέατρο Μινώα, με άκουσε η Σαβίνα Γιαννάτου. Και μου είπε ότι η Λένα Πλάτωνος έψαχνε τραγουδιστή. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Είχες τότε συναίσθηση πόσο σημαντικός ήταν ο δίσκος εκείνος;
Όχι, καμία. Ήμουν πιτσιρικάς. Ως έναν τρόπο έκφρασης το έβλεπα μόνο. Δεν με ενδιέφεραν ούτε η δόξα ούτε τα λεφτά. Το λέω ειλικρινά, όχι για να σου κάνω εντύπωση... Σήμερα, βέβαια, αισθάνομαι τυχερός για το «δώρο» αυτό.

Τι έχεις μάθει δίπλα στη Λένα Πλάτωνος;
Μουσική, πάνω απ' όλα. Μου άνοιξε την πόρτα σε έναν άλλο κόσμο, που δεν φανταζόμουν καν ότι υπήρχε. Μέναμε, θυμάμαι, συχνά στο σπίτι της με τη Μαριανίνα (Κριεζή) και τη Σαβίνα και μας ξυπνούσε το πρωί για να μας παίξει άλλοτε Μπαχ κι άλλοτε Σκριάμπιν.

Μια καλή κριτική ή μια πικρή κουβέντα που θυμάσαι από εκείνη την εποχή;
Δεν έδινα τότε και πολλή σημασία. Ελάχιστα έχω συγκρατήσει από όσα γράφτηκαν για το «Σαμποτάζ» όταν κυκλοφόρησε και σήμερα γελάω όταν τα θυμάμαι. «Αυτός δεν είναι τραγουδιστής», είχε γράψει ένας δημοσιογράφος. «Είναι αρνί που το σφάζουνε!» Εδώ που τα λέμε, δεν είχε κι άδικο. Για εκείνη την εποχή τα ακούσματα αυτά ήταν πολύ προχωρημένα.

Αισθάνθηκες ποτέ περιθωριακός;
Ναι. Γιατί; Μήπως δεν ήμουν; Δεν μπόρεσα ποτέ να εξοικειωθώ μ' αυτό που αποκαλούν «μουσική βιομηχανία». Δεν καταλάβαινα πώς μπορεί η μουσική, η έκφραση, το να βγάζεις τα εσώψυχά σου στη φόρα, να αντιμετωπίζεται ως βιομηχανικό προϊόν...

Πώς φαντάζεσαι τους ανθρώπους που εκτιμούν τη μουσική σου;
Δεν θα έχουν κάποια πετριά κι αυτοί σαν κι εμένα; (Γελάει) Αποκλείεται να είναι απολύτως φυσιολογικοί.

Πώς ζεις σήμερα;
Ήρεμα. Σε ένα κτήμα στην Κερατέα. Είχα ένα διαμέρισμα στην πλατεία Αμερικής, αλλά δεν άντεχα πια τους ρυθμούς της Αθήνας. Το πούλησα και βρέθηκα στην εξοχή. Ζω ανάμεσα στις ροδιές, τις ελιές, στα πεύκα, τα κυπαρίσσια. Κι επιπλέον, μπορώ να τραγουδάω -και να ουρλιάζω- όποια ώρα θέλω και οι γείτονες να μη μου φέρνουν την αστυνομία.

Απωθημένα έχεις;
Που δεν έκανα καριέρα; Όχι, ειλικρινά. Χαίρομαι που με έχει ο Θεός καλά και μπορώ ακόμα να τραγουδάω, να βγάζω αυτό που έχω μέσα μου.

Το ταλέντο είναι ευλογία ή κατάρα;
Δεν ξέρω. Και τα δύο ταυτόχρονα, μάλλον. Κάπου κερδίζεις, κάπου χάνεις. Ο Θεός τα έχει μοιράσει έτσι.

Δύο αναφορές στον Θεό ήδη. Πιστεύεις;
Ναι, πιστεύω στην ύπαρξη ενός θεϊκού σχεδίου ώστε να μη διαταράσσεται η ισορροπία της ζωής.

Πόσο υπολογίζεις να διαρκέσει η επόμενη περίοδος σιωπής σου; Δέκα χρόνια, πάλι;
Οχι! Ο χρόνος μετά τα 50 μετράει διαφορετικά. Δεν έχεις πια τα ίδια περιθώρια... Θα τα ξαναπούμε σύντομα.

Από την Οδό Πανός κυκλοφορεί το νέο άλμπουμ του Γιάννη Παλαμίδα, «Δωρητής Σώματος».

Πηγή: Περιοδικό «Κ».

2 σχόλια:

zouri1 είπε...

θυμαμαι πολυ καλα εκεινη την εποχη .Τον ειχα δει και live.Ειχε την "τρελα " του

αλέξης λ. είπε...

σ' ευχαριστώ για το πέρασμα...